- μιμογράφου
- μιμογράφοςwriter of mimesmasc/fem/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ξέναρχος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ποιητής και μίμος, γιος του περίφημου μιμογράφου της Σικελίας, Σώφρονα. Έζησε στην αυλή του Διονύσιου του Πρεσβύτερου. Οι μίμοι του ήταν γραμμένοι στη δωρική διάλεκτο και, όπως του πατέρα του, μνημονεύονται από τον… … Dictionary of Greek